Tuesday, October 03, 2006

Letter never sent [2]


Ήθελα να ξανάρθω στην έκθεση πριν τελειώσει αλλά δεν πρόφτασα. Να δω τους πίνακες χωρίς τον πανικό των εγκαινίων και να μετρήσω τα στρογγυλά κόκκινα αυτοκολητάκια στον τοίχο σημάδι πως "επωλήθη" για να καταλάβω πόσο χαρούμενος είσαι. Είναι περίεργο να βλέπεις τους πίνακες κρεμασμένους στους τοίχους μιας γκαλερί και να σου θυμίζουν εικόνες από τη ζωή σου. Η θέα από το μπαλκόνι σου στο λιμάνι, κολύμπι και ηλιοθεραπεία στο Καλό Λιβάδι, εσύ να προσπαθείς να ζωγραφίσεις το τοπίο και εμείς να κάνουμε χαζομάρες στη θάλασσα με το χρωματιστό τόπι της Μ, η Μ. κουλουριασμένη κάτω από τα τσαλακωμένα σεντόνια στο κρεβάτι σου, τα μοναδικά δέντρα στην Παναγιά την Κανάλα. Ατέλειωτες νύχτες με ταμπού και τρίβιαλ, καφέδες στο Μελίρρυτον και πεζοπορίες για να περάσει ο χειμώνας, το χιόνι που είχε καλύψει την άμμο και έφτανε σχεδόν μέχρι τη θάλασσα στο λιμάνι, τα πλοία που δεν περνούσανε και δεν αντέχαμε τα σαββατοκύριακα στο νησί των 1000 κατοίκων, γκρινιάζαμε και τελικά ξενυχτάγαμε και δακρύζαμε από τα γέλια όταν μαζευόμασταν στα στενόχωρα ενοικιαζόμενα ή κάναμε "κινηματογραφικές" προβολές στο σαλόνι του Β. Μετά η πρώτη πραγματική άνοιξη που ζήσαμε ύστερα από χρόνια εκείνο το Μάρτη, το ξερό τοπίο να πρασινίζει, λουλούδια παντού, θυμάσαι εκείνο το ηλιόλουστο πρωινό της 25ης, εθνική επέτειος, την είχαμε κοπανήσει από την παρέλαση και τις χορευτικές επιδείξεις και είχαμε πιάσει τις υπαρξιακές συζητήσεις στο καφενείο της Δρυοπίδας, μόνο εγώ, εσύ και ο Δ. δεν αντέχαμε τους μπάλλους. Μετά ο Ιούνης, σχολάγαμε από τις 12, τα πρώτα μπάνια, ώρες ατέλειωτες σε καταγάλανες παραλίες που υπήρχαν μόνο για μας, πρόχειρα αντίσκηνα με καλάμια και παρεό, ένα καρπούζι που πάγωνε στα βράχια, διαδρομές απ’ άκρη σε άκρη του νησιού, πώς δέσαμε έτσι καμιά δεκαριά άτομα που σιχτιρίζαμε την γκαντεμιά μας να βρεθούμε στο νησί δεν ξέρω. Δυο μέρες έκλαιγα πριν έρθω στο νησί, δυο χρόνια μετά ακόμα θυμάμαι στιγμές με νοσταλγία που ξεσκίζει. Ναι, ναι ξέρω τι σκέφτεσαι, τις μίζερες μέρες, τα ατέλειωτα ταξίδια με βρωμερά πλοία, τα ληγμένα τρόφιμα στο μπακάλικο, όταν δεν είχαμε ούτε εφημερίδα να διαβάσουμε γιατί είχε μποφόρ, όταν μας έπιαναν τάσεις φυγής και δεν μπορούσαμε να πάμε πουθενά. Όμως εγώ έριξα μαύρη πέτρα και αυτά έχω αρχίσει να τα ξεχνάω και εσύ θα είσαι για άλλο ένα χειμώνα εκεί οπότε δεν υπάρχει λόγος να τα θυμάσαι. Έχω υποσχεθεί στη Μ. πως θα ρθω να σας δω φέτος, το καταχείμωνο όταν κανείς άλλος δεν έρχεται. Γιατί ξέρω πως είναι. Να πάτε για καφέ στο ακατοίκητο σπίτι με την ωραία θέα πριν χαλάσει ο καιρος και να ζωγραφίζεις ε;

2 Comments:

Anonymous Anonymous said...

ti omorfa pou grafeis!...
pragmatika metaferthika noera stin kithno ki as eimai tora sto grafeio..
kai sigxaritiria sto zografo tis pareas tis kithnou pou pige kala i ekthesi tou!
kali sinexeia efxomai!
nat

October 17, 2006 2:16 pm  
Blogger on_a_sunbeam said...

se efxaristw :)
ase, h ky8nos htan a3exasth empeiria, ti na prwto8ymh8w!

October 19, 2006 6:10 pm  

Post a Comment

<< Home